28.12.17

Αυτοπροσωπογραφία



Πιάνω το πινέλο να σου στείλω ένα πορτραίτο μου,
μη τυχόν και με ξεχάσεις. 
Άλλωστε, έχει καιρό από τότε που έφυγες.

Αποχρώσεις σκούρες,
να ταιριάζουν με τη λύπη μου.
Ευθείες γραμμές, ασύμμετρες, ατίθασες πάνω στον καμβά.

Το χέρι μου τρέμει. 
Γραμμές. Μόνο γραμμές. 
Κανένα σχήμα, κανένα χρώμα. 
Ζωγραφισμένο μονάχα ένα μαύρο αδιέξοδο.

Το πορτραίτο είναι έτοιμο, ή μάλλον δεν προχωράει άλλο. 
Το πορτραίτο μου έχει ολοκληρωθεί.
Σώμα και ψυχή στον καμβά μου, για σένα.


24.10.17

Απογευματινή Βόλτα



Με ένα άδειο μυαλό που ξέμεινε από λέξεις
και μια χαλασμένη καρδιά, ανίκανη να ξαναβρεί τη ζεστασιά της,
περιπλανιέμαι σα σκιά στους δρόμους της πόλης,
άχαρη, σφιγμένη, τρομοκρατημένη από τον κόσμο που με προσπερνά αδιάφορα.

Πνίγομαι, χρειάζομαι αέρα!

Βηματίζω γρήγορα για να ξεφύγω από την ιδέα Σου.
Μάταια. Εσύ πάντα θα με προφταίνεις.
Να μου θυμίζεις όλα εκείνα που δεν είμαι και δε θα μπορέσω ποτέ να γίνω,
να μου θυμίζεις όλα εκείνα που δε θα μπορέσω ποτέ να γίνω... για σένα.

Μα η ανάσα δε μού φτάνει, πνίγομαι!

Διασχίζω το πλήθος με μόνη μου άμυνα τη μουσική που βγαίνει από τα ακουστικά μου,
νιώθοντας τόσο μόνη μέσα σ' αυτό, τόσο λιγοστή.
Χάνομαι μέσα στη μελωδία και προχωρώ ψάχνοντας μια γωνιά να χωρέσει και απόψε, σιωπηλά, και το δικό μου πόνο.

Δεν είναι όμορφες αυτές οι απογευματινές βόλτες;


8.10.17

Ξημέρωμα



Ξημερώνει σε λίγο.
Τα δάχτυλά μου όμως,
δε λένε να ξεκολλήσουν από το πληκτρολόγιο.
Φοβάμαι να μείνω μόνη με τις σκέψεις μου,
να αντιμετωπίσω τους μεταμεσονύκτιους φόβους μου.

Σκέφτομαι εσένα,
το νεκρό παιδί της φωτογραφίας,
το στραγγαλισμό της πόρνης,
τον ξυλοδαρμό της τρανς.
Σκέφτομαι όλα τα "σ' αγαπώ" που δεν είπα, που δεν άκουσα.

Ξέρω, είναι όλα συγκεχυμένα στο μικρό, μπερδεμένο μου μυαλό.
Πώς μπλέκονται όλα αυτά μεταξύ τους;
Απάντηση δεν έχω,
ξέρω μονάχα πως όλα είναι κομμάτια μιας πικρής ζωής.

Και εγώ κλαίω, και θρηνώ.
Θρηνώ το θάνατο,
το στραγγαλισμό,
τον ξυλοδαρμό,
τη χαμένη μου αγάπη για σένα.
Θέλω να σταματήσω, αλλά βλέπεις,
τα δάκρυά μου δοξάζουν το νόμο του Νεύτωνα με ευλαβική μεγαλοπρέπεια
και δε μπορώ να τα συγκρατήσω πια.


27.9.17

Τα Μολύβια



I

Στη μάχη με τα στοιχειά του μυαλού,
βρέθηκα μονάχα μ' ένα μολύβι στα χέρια μου για όπλο.

II

Τα μολύβια αφυπνίζουν συνειδήσεις
και αυτές, την επανάσταση.


11.9.17

Τα Πουλιά



Τα βράδια που ονειρευόμαστε,
οι ψυχές μας γίνονται πουλιά που πετάνε μακριά.

Πετάνε ελεύθερα πάνω από γαλάζιες θάλασσες και ψηλά βουνά,
σχίζουν τα πουπουλένια σύννεφα και γνωρίζουν νέους κόσμους
διεκδικώντας το δικαίωμά μας να ευτυχήσουμε,
και ας είναι μονάχα στα όνειρά μας.


29.8.17

Υψοφοβία



Πολλές φορές σκέφτομαι τις ανθρώπινες σχέσεις σα μια συναισθηματική ελεύθερη πτώση. Γονείς, φίλοι, γνωστοί, παραστέκουν στο κατώφλι του χάους που σε κατακλύει, προσπαθούν με κάθε τρόπο να περισώσουν όσα κομμάτια σου δεν χάθηκαν μέσα σ' αυτό. Αυτό που εσύ μονάχα έχεις να κάνεις, απλούστατο, η ανθρώπινη επαφή στην πιο αγνή της μορφή... να εμπιστευτείς. Να φτάσεις στην κορυφή του βουνού, το οποίο εσύ η ίδια χρόνια έχτιζες για να σε κρύβει καλά, να σε φυλάει απ' τους άλλους, και να πέσεις, να πέσεις στην αγκαλιά όλων εκείνων των ανθρώπων που είναι δίπλα σου. Έτσι απλά, δίχως δισταγμούς, δίχως δεύτερες σκέψεις.

Εγώ όμως... εγώ έχω υψοφοβία. Πτώση μετά την πτώση και κανείς δεν ήταν εκεί για να με πιάσει. Κάθε φορά πονούσε και περισσότερο. Και ο πόνος συσσωρεύτηκε, και η ψυχή φοβήθηκε, μαζέυτηκε, μίσησε τα ύψη. Μη με ρωτάτε λοιπόν άλλο πια, πώς απέκτησα την υψοφοβία μου...


22.8.17

Συμπαντικά



Έψαξα, ρώτησα για σένα, περιπλανήθηκα. Κοίταξα σε πεδιάδες, σε βουνά, σε πόλεις, σε λιμάνια μικρά και μεγάλα. Ρώτησα τους ντόπιους, ρώτησα τους περαστικούς. Και όταν τελείωσαν και αυτοί και δεν έμενε κανένας άλλος να ρωτήσω, έψαξα σε κόσμους μαγικούς, ονειρεμένους, σε κόσμους της φαντασίας μου, αλλά δεν ήσουν ούτε εκεί, δε σε βρήκα.

Δε σταμάτησα να σε αναζητώ από εκείνη την καλοκαιρινή βραδιά, ναι, εκείνη με το ελαφρύ αεράκι που πρωτοείδα το πρόσωπό σου. Θες από πόθο, θες από συνήθεια, θες από μανία, ούτε και εγώ μπορώ να τα ξεχωρίσω πια. Λες και τρύπωσες κρυφά στο κορμί μου και μου έκλεψες την καρδιά.

Άλλοι μου είπαν πως δε σε ξέρουν, πως δε σε έχουν ξαναδεί και άλλοι, πως η φωτογραφία σου - που είχα κλέψει κρυφά από το σπίτι σου για να σε θυμάμαι - δεν τους θυμίζει κάτι. Συνάντησα όμως και μια μαύρη σκιά, από αυτές που το βράδυ μεταμορφώνονται σε εφιάλτες. Αυτή σε αναγνώρισε. Φάνηκε σα να σε ήξερε καιρό. «Μη δίνεις σημασία σε αδιέξοδα» μου είπε, και μετά μουρμούρισε κάτι για πεδία και κενά. Και τότε, είναι που με θρυμματισμένη καρδιά εγώ, κατάλαβα πως αυτό είναι το "δε σ' αγαπά" στα "συμπαντικά" και σταμάτησα να ψάχνω πια για σένα.

Αντίο. Σιχαίνομαι που κλείνω έτσι την ιστορία μας, αλλά ίσως δεν ήταν ποτέ γραφτό για να σε βρω.


16.8.17

Το Ζύγιασμα



Κι' όσες φορές κι' αν τη ζωή ζυγίσω,
το βάρος ασήκωτο,
πέφτει στα πόδια μου,
το δρόμο μού δείχνει προς τα κάτω.


3.8.17

Σούρουπο



Έχει μια ξεχωριστή ομορφιά το σούρουπο. Είναι κάτι στον τρόπο που τα σύννεφα
αγκαλιάζουν με ροδαλά χρώματα τον ουρανό. Είναι η ώρα των ονειροπόλων, των εραστών της νοσταλγίας, όλων εκείνων που μελαγχολούν με το που πέσει ο ήλιος. Η ώρα που οι πλατείες ερημώνουν από παιδιά που παίζαν εκεί και φωνάζαν, και τα φώτα των δρόμων ανάβουν για να προϋπαντήσουν με τη λάμψη τους την άφιξη της νύχτας.


31.7.17

When in Youth



Σα νέοι,
τολμήσαμε να ποθήσουμε τον κόσμο ολόκληρο.
Επιθυμίες αδάμαστες,
όνειρα μεγαλεπήβολα
και ιδανικά σπουδαία.

Τώρα πια,
με την ελπίδα να μας έχει εγκαταλείψει προ πολλού,
δεν απέμεινε τίποτα άλλο
παρά ένα άδειο κουφάρι για σώμα,
και στη θέση της καρδιάς,
μονάχα σημάδια,
να θυμίζουν αυτό που κάποτε υπήρχε.


16.7.17

Ανασκόπηση



Και τι καταφέραμε;

Ζήσαμε εγκλωβισμένοι, φροντίζοντας πάντα να μονώνουμε καλά τις αισθήσεις με μια ανικανοποίητη δίψα για αποδοχή, για προσοχή, για ένα περίτεχνα τυλιγμένο πακέτο ευτυχίας που δεν έφτασε ποτέ στην πόρτα μας.

Μετρηθήκαμε, κόψαμε, ράψαμε, διπλωθήκαμε για να χωρέσουμε σε καλούπια που άλλοι σχεδιάσανε για μας.

Πνιγήκαμε σε ξένες θάλασσες των "πρέπει" και των "θέλω" και πνίξαμε σκέψεις, όνειρα και πόθους σε άδειους πάτους ποτηριών.

Σιωπήσαμε σε στιγμές που η φωνή μας έπρεπε να κόψει την ανάσα μας από την προσπάθειά της να γκρεμίσει τους τοίχους.

Στοιχειωθήκαμε από ιδέες και ιδανικά που ψαρέψαμε μέσα από σπασμένες οθόνες και δεν ικανοποιήσαμε ποτέ.

Ίσως μπορούσαμε και καλύτερα τελικά...


6.7.17

Τέχνες



Ούτε ποιήτρια,
ούτε μουσικός,
ούτε καλλιτέχνις.

Μονάχα μια ψυχή χαμένη
που προσπαθώντας να βρει το δρόμο της,
δαμάζει λόγια, νότες και καλλιτεχνήματα
από την ανάγκη της να επιβιώσει.


4.7.17

Σε έναν Ιδανικό Έρωτα



Ψυχές μόνες, ξεχασμένες.
Ψυχές που δεν αγαπήθηκαν ποτέ.
Αυτό είμαστε.
Και έτσι μονάχοι όπως μάθαμε να πορευόμαστε,
στροβιλιζόμαστε στη δίνη της απελπισίας μας.

Μα εγώ ελπίζω ακόμα.
Ελπίζω σε σένα, γλυκέ μου.
Γιατί η ζωή είναι μικρή
και εγώ νιώθω να χάνομαι μέσα στο πέρασμά της.
Γλυκέ μου, τράβα με κοντά σου
και σώσε με από το βούρκο της ψυχής μου, γιατί χάνομαι.
Σε περιμένω.
Είσαι η τελευταία μου ελπίδα.
Αλλιώς, άσε με να βυθίζομαι στην ατέρμονη θλίψη και μοναξιά.

Η ζωή είναι πανέμορφη, αλλά σύντομη σαν ένα βλεφάρισμα
και εγώ θέλω να δοκιμάσω τόσα νέα πράγματα.
Θέλω να την ξεζουμίσω.
Μα ο χρόνος είναι ελάχιστος και εγώ ξεμένω πίσω.
Βιάσου λοιπόν, γλυκέ μου.
Δε θα είμαι εδώ για πολύ ακόμη.
'Ελα να την ξεζουμίσουμε μαζί.

Έλα να ενωθούμε,
να ταξιδέψουμε σε μέρη που μόνο εμείς ξέρουμε.
Έλα να αγαπηθούμε, γλυκέ μου.
Σε περιμένω.
Γιατί ο ουρανός έχει αμέτρητα αστέρια
και εμείς πρέπει να τα μετρήσουμε μαζί.
Έλα να αγγίξουμε μαζί το άπειρο
και να κοροϊδέψουμε την αιωνιότητα.
Γιατί ο έρωτάς μας θα μείνει αιώνιος,
θα γεννήσει αναμνήσεις.

Ξημέρωσε και σήμερα και εγώ,
πάλι άγρυπνη,
σε περιμένω, γλυκέ μου
και ανυπομονώ.
Και ελπίζω και χαίρομαι
και απελπίζομαι και περιμένω.
Από την αρχή ξανά και ξανά.
Μα εσύ δε φαίνεσαι να έρχεσαι,
και ο χρόνος περνά, γλυκέ μου
και εγώ χάνομαι.

Βιάσου. Σε περιμένω. Σ' αγαπώ.


3.7.17

Η Χώρα της Μιζέριας



Συχνά, κάπου μεταξύ πρώτων γνωριμιών και συστάσεων τυχαίνει να με ρωτάνε από πού είμαι. Πάντα με δυσκόλευε αυτήν η ερώτηση, εξάλλου, δε νομίζω να έχετε ακουστά το μέρος όλοι εσείς που μεγαλώσατε σε σπιτικά γεμάτα αγάπη...

Από τη χώρα της Μιζέριας είμαι λοιπόν. Λίγοι την ξέρουν, ακόμη λιγότεροι την επισκέφθηκαν. Ανάμεσα σε πυκνά κωνοφόρα δάση και χτισμένη στις απότομες πλαγιές ενός άγνωστου βουνού, φροντίζει να μένει καλά κρυμμένη μονάχα για τους πραγματικά ευλαβείς προς την άρνηση κάθε χαράς και ευχαρίστησης.

Σ' αυτήν τη χώρα, ο ουρανός είναι γκρίζος, ντυμένος συνήθως με ένα ανάλαφρο πέπλο ομίχλης και νυχτολούλουδα σε αποχρώσεις του καφέ ξεφυτρώνουν άγρια κατά μήκος όλων των δρόμων. Ζώα άλλα δε θα συναντήσεις στους δρόμους της πέρα από αλυσοδεμένα κουτάβια, ξεχασμένα να υποφέρουν για μια σκυλίσια αιωνιότητα. Τα σπίτια είναι χτισμένα διάσκορπα, μακριά το ένα από το άλλο, να ταιριάζουν με την αποξένωση αυτών που τα κατοικούν.

Στη χώρα της Μιζέριας, φημισμένης για τις διαλυμένες της οικογένειες, υπάρχει και ένα σπίτι με τρία πατώματα, το σπίτι μου. Συχνά το επισκέπτομαι όταν χρειάζομαι λίγη δόση κριτικής, γκρίνιας και φυσικά... μιζέριας.

Αγαπημένος ο τόπος που μεγαλώσαμε, ριζωμένος βαθιά στο ποιοι γίναμε σήμερα.


2.7.17

Ποίημα



Η ζωή ένα ποίημα και εγώ αφημένη μέσα του
να αγναντεύω το νυχτερινό ουρανό ελπίζοντας,
να ψυχανεμίζομαι με το θρόισμα του ανέμου,
να χάνομαι στα στενά σοκάκια της μουσικής
και να πονώ κάθε φορά που ο ήλιος δύει.


23.6.17

Οι Επισκέπτες



Σαν καλοί νοικοκυραίοι που είμαστε,
φοράμε τα γιορτινά μας 
και περιμένουμε τους επισκέπτες.

Το κουδούνι χτυπά, φτάσανε και απόψε.
Μικρές στιγμές χαράς με πρόωρη ημερομηνία λήξης στο κατώφλι μου
και εγώ σπεύδω να τις υποδεχτώ,
ίσα για να τραφεί με ματαιότητα η ελπίδα μου ότι αυτήν τη φορά,
οι επισκέπτες μου ήρθαν για να μείνουν.


19.6.17

Τα Θελήματα



I

Γνωρίζω τι θέλω
ή τουλάχιστον γνωρίζω τι θέλουν οι άλλοι για μένα,
ένα και το αυτό δεν είναι στην τελική;

II

Γνωρίζω τι θέλω
ή τουλάχιστον νομίζω ότι γνωρίζω,
αλλιώς γιατί ακόμη δεν έγινα αυτό που ήθελα;